Η ομοφυλοφιλία δεν είναι φαινόμενο του μοντέρνου κόσμου. Υπήρχε από αρχαιοτάτων χρόνων (μην μου πεις ότι δεν έχει πάρει το μάτι σου κάποιες- ξεκάθαρα gay- ερωτικές σκηνές στους αμφορείς που έβαζαν οι πρόγονοί μας το λάδι τους…). Σχεδόν εξίσου παλιά είναι και η συζήτηση για το ποια ακριβώς είναι η φύση της. Είναι αρρώστια, ανωμαλία, αμαρτία, κάτι που έχει κανείς από γεννησιμιού του ή απλώς επιλογή;
Στις σκοτεινές περιόδους της ανθρωπότητας (Μεσαίωνας, περίοδος του γερμανικού ναζισμού κλπ.) η κοινωνία τηρούσε απέναντι στο συγκεκριμένο ερώτημα σκληρή κι απόλυτη στάση. Η ομοφυλοφιλία αντιμετωπιζόταν ως συμπεριφορά αφύσικη και άξια τιμωρίας. Τη σήμερον ημέρα, οι επιστήμονες κάνουν μια περισσότερο πολιτισμένη προσπάθεια να βρουν τα αίτιά της. Ας δούμε, λοιπόν, τι έχουν ανακαλύψει ως τώρα.
Υπάρχει και το γονίδιο
Δεν ευθύνεται 100% για την ομοφυλοφιλία, ωστόσο δημιουργεί αυτό που λέμε «προδιάθεση». Ο λόγος για ένα τμήμα του χρωμοσώματος Χ, που έχει γίνει γνωστό και ως «gay gene» επειδή παρουσιάζει παρόμοιο σχηματισμό στο DNA των gay ανδρών (η πιο καθοριστική έρευνα έγινε στο Northwestern University από τον δόκτορα Michael Bailey, ανάμεσα σε straight και gay δίδυμους άνδρες). Όσον αφορά τις γυναίκες, δεν έχει βρεθεί ακόμα κάτι αντίστοιχο και η επιστήμη επιχειρεί να ερμηνεύσει την γυναικεία ομοφυλοφιλία κυρίως μέσω της ψυχολογίας (βλ.παρακάτω). Για τους άνδρες, πάντως, το γονίδιο παίζει ρόλο κατά 40%- επομένως, το ότι κάποιος έχει εκ γενετής «τα φόντα» να γίνει γκέι δεν σημαίνει κιόλας ότι τελικά θα γίνει.
Μια άλλη έρευνα Καναδών επιστημόνων έδειξε ότι οι άνδρες που έχουν μεγαλύτερους αδελφούς είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα να είναι ομοφυλόφιλοι. Πιθανή εξήγηση θεωρούν το ότι, με κάθε εγκυμοσύνη, το ανοσοποιητικό σύστημα της μητέρας εκκρίνει περισσότερες ουσίες που επηρεάζουν το μυαλό του εμβρύου και του προσδίδουν περισσότερα θηλυκά χαρακτηριστικά.
Τι άλλο μετράει
Σύμφωνα με τους ψυχολόγους, μεγάλη σημασία έχουν οι εμπειρίες της παιδικής ηλικίας. Παιδιά από ασταθείς οικογένειες, με γονείς χωρισμένους, συχνά απόντες πατέρες, ή ακόμα και παιδιά που έχουν χάσει κάποιο γονιό, έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να γίνουν γκέι. Ρόλο μπορεί να παίξει ακόμα και η ηλικία της μητέρας (όσο μεγαλύτερη είναι, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες), αλλά και το αν θα εγκαταλείψει κανείς το πατρικό του σπίτι πριν τα 18 του.
Σημαντικοί είναι και οι πολιτισμικοί παράγοντες: στις μεγάλες πόλεις είναι μεγαλύτερα τα ποσοστά ομοφυλοφιλίας απ’ο,τι στην επαρχία. Γενικότερα, το περιβάλλον παίζει μεγάλο ρόλο στο αν θα εκδηλώσει κανείς ομοφυλοφιλικές τάσεις. «Περιβάλλον δεν είναι μόνο η κοινωνία μέσα στην οποία μεγαλώνει κανείς», επισήμανε ο δρ. Bailey. «Περιβαλλοντικούς παράγοντες θεωρούμε όσους μας επηρεάζουν από τη γέννηση μας και μετά και δεν έχουν να κάνουν με το DNA μας».
Η επιστήμη λοιπόν απομακρύνεται από την πιθανότητα να εξαρτάται η σεξουαλική ταυτότητα ενός ατόμου από συνειδητή επιλογή του. Ακόμα και σε πνευματικό επίπεδο, φαίνεται να είναι πολλά τα πράγματα που επιδρούν στον άνθρωπο υποσυνείδητα-άρα, που του είναι δύσκολο να ελέγξει.