Καθώς το 2021 κλείνει την αυλαία του, είμαστε έτοιμοι για την πρεμιέρα του επόμενου έργου με τίτλο «2022». Οι κριτικές που ακούγονται καλές, τα στατιστικά πιο ενθαρρυντικά από τα προηγούμενα, οι πρωταγωνιστές αρκετά ελπιδοφόροι ενώ φημολογείται πως το έργο κουβαλά μηνύματα. Η παραγωγή στυλοβάτης στις επιθυμίες του σκηνοθέτη, οι κομπάρσοι προετοιμασμένοι για οποιαδήποτε σκηνή, τα φώτα φωτεινά και το ντεκόρ ατίθασα στημένο. Κοστούμια, μάσκες, σκιές, σενάριο... όλα κομμένα και ραμμένα στα μέτρα των πρωταγωνιστών.

Ένα έργο που πραγματεύεται την ελευθερία της ψυχής, του μυαλού και του σώματος μέσα σε μία ολότητα ενάντια στα προαναφερόμενα. Το σενάριο διχαστικό για όσους αμφιβάλλουν, αισιόδοξο, γόνιμο όσον αφορά την ελπίδα, με αισθητική και κατάλληλο να συνοδεύσει τους ηθοποιούς και την τέχνη τους σε μία πρωτόγνωρη και πολλά υποσχόμενη παράσταση. Από την άλλη όχθη, το κοινό αγωνιώδες και επίμονο να ξεχυθεί στην αίθουσα, προσμένοντας πολλά παραπάνω από μία πλούσια  περιγραφή. Η δειλή αγάπη που φανερώνει, ολοένα και δυναμώνει, κι ας είναι μόνο η αρχή.

Ξέρετε, μια διαφορετική οπτική, άποψη, γνώμη, κουλτούρα και στην περίπτωση του έργου, ιδεολογία, μπορεί εύκολα να επηρεάσει και να οριστεί κατασταλτικός παράγοντας αναδόμησης και εξέλιξης σε ένα φάσμα ευρύτερου κοινού. Πόσο μάλλον όταν το κοινό αυτό είναι πιο ανοιχτό και δεκτικό από οποιαδήποτε άλλη φορά; Είμαι πεπεισμένη, λοιπόν, πως το έργο αυτό θα ακουστεί, θα σημειωθεί, θα πολυσυζητηθεί και θα αποτελέσει ενδεχομένως αιτία για κάποιους να καθυστερήσουν τον βραδινό τους ύπνο.

Κλείνω υπογραμμίζοντας την απάντηση του σκηνοθέτη, όταν ερωτήθηκε «Γιατί επέλεξες το συγκεκριμένο έργο; Τι ήθελες να περάσεις μέσα από αυτή την παράσταση;»

«Τα θεατρικά έργα είναι πλούσια σε ιδιότητες και ικανότητες που κρύβουν και για τις οποίες παράλληλα φημίζονται. Μία από αυτές είναι ότι ανά πάσα στιγμή, πολλά στοιχεία προσωποποιούνται, μας μιλάνε και μας απευθύνονται. Και εφόσον εκτυλίσσεται ένας ισχυρός διάλογος μεταξύ έργου και κοινού, άρα υπάρχει τρόπος, ήθελα μόνο και πολύ απλά μέσα από την τέχνη να συνεισφέρω σε ένα καλύτερο δικό μου αύριο. Έτσι ξεκίνησε η ιδέα. Στην πορεία, όμως, αντιλήφθηκα κάτι που μάλλον είχα ξεχάσει ή ποτέ πραγματικά δεν κατανόησα. Αυτό είναι πως στην πραγματικότητα, και στο τέλος της ημέρας, σε αυτόν τον κόσμο τίποτα δεν μας ανήκει και όλα μας ανήκουν ταυτόχρονα. Ήθελα, λοιπόν, όσο εγωιστικό και μετέπειτα κοινωνικά καλό φανεί, ήθελα να σώσω τον κόσμο για να έχω ελπίδα! Μην σταθείτε μόνο στο α' ενικό γιατί αυτόματα και πολύ γρήγορα τα πρόσωπα αλλάζουν, κάνουν τον κύκλο τους και πάλι καταλήγουν στην αρχή, δηλαδή στο α'. Αυτό ήθελα, λοιπόν: ένα έργο τόσο δικό μου όσο και δικό σας, για ένα αύριο, για μία ελπίδα τόσο δική μου όσο και δική σας, για έναν κόσμο, όμως, κοινό!»