Ακολουθώντας τα θανατηφόρα γεγονότα στο σπίτι, η οικογένεια των Άμποτ (Έμιλι Μπλαντ, Μίλισεντ Σίμοντς, Νόα Τζουπ) πρέπει τώρα να αντιμετωπίσει τους κινδύνους του έξω κόσμου καθώς συνεχίζουν τον αγώνα για επιβίωση σιωπηλοί. Αναγκασμένοι να κινούνται προς το άγνωστο, γρήγορα συνειδητοποιούν ότι τα πλάσματα που κυνηγούν βασισμένα στον ήχο δεν αποτελούν τη μοναδική απειλή που καρτερεί πίσω από το μονοπάτι της άμμου.
Μια Ταινία-Ορόσημο για το Είδος και Ένα Απρόσμενο Νέο Κεφάλαιο
Το 2018, ο ηθοποιός Τζον Κρασίνσκι (‘’Πάμε Όπου Θες’’, ‘’Η Γη της Επαγγελίας’’) σκηνοθέτησε το «Ένα Ήσυχο Μέρος» και έφερε καινούριο νόημα στην έννοια της σιωπής. Η ταινία έγινε γρήγορα επιτυχία και μια συνέχεια ήταν αναμενόμενη. Το δεύτερο κεφάλαιο ξεκινάει εκεί που τελείωσε το πρώτο. Όμως, σε αντίθεση με το πρώτο μέρος, η δεύτερη ταινία δεν περιορίζεται σε λίγα τετραγωνικά μέτρα χώρου και εξαπλώνεται αρκετά μακριά από το κρησφύγετο της οικογένειας Άμποτ. Από τις πρώτες στιγμές της ταινίας, η οικογένεια πασχίζει να ξεφύγει από την εισβολή των εξωγήινων πλασμάτων που κυνηγούν τους ανθρώπους μέσα στην πόλη και σπέρνουν τον πανικό σε κάθε πέρασμά τους.
«Ύστερα από την μεγάλη επιτυχία της πρώτης ταινίας, όλοι μας νιώσαμε πως δεν θέλαμε απλώς να κάνουμε μια συνέχεια κυνηγώντας την επιτυχημένη πορεία της αυθεντικής ταινίας», ισχυρίζεται ο Μπραντ Φούλερ (‘’Αγέννητος’’), ένας εκ των παραγωγών. «Ο Τζον [Κρασίνσκι] έχει βαθιά καλλιτεχνική ακεραιότητα, έτσι ξέραμε πως δεν θα υπάρξει άλλη ταινία εφόσον δε συμμετέχει και ο ίδιος. Ο ίδιος ενδιαφέρθηκε πολύ για την προοπτική ανάπτυξης μιας ιδέας και έτσι κατάφερε να δουλέψει πάνω σε ένα πολύ αξιόλογο υλικό».
Ο σκηνοθέτης Τζον Κρασίνσκι λέει: «Αρχικά, δεν είχα πρόθεση να κάνω τη συνέχεια του «Ένα Ήσυχο Μέρος» επειδή η ιστορία δεν προοριζόταν να γίνει franchise. Όμως, η δυναμική του κόσμου που δημιουργήσαμε μας έκανε να εξερευνήσουμε ακόμα περισσότερο την ιστορία μας και να δούμε πού μπορεί να φτάσει η οικογένεια Άμποτ». Το σημαντικότερο πράγμα για τον Κρασίνσκι ήταν ότι εφόσον ήθελε να επεκτείνει την ιστορία, έπρεπε να δώσει στην ταινία κάτι παραπάνω από μια απολαυστική οπτική εμπειρία. Επιπλέον, ήταν αναγκαίο να συνεχίσει το συναισθηματικό ταξίδι της οικογένειας προς την ανεξαρτησία και την αναζήτηση της κοινότητας.
«Μετά την επιτυχία της ταινίας "Ένα Ήσυχο Μέρος", ήξερα πως θα υπήρχε ενδιαφέρον για ακόμα μία ταινία. Όμως, ήθελα να γίνει σωστά και χωρίς βιασύνη. Αν υπήρχε στα σχέδια μια δεύτερη ταινία, ήμουν εντάξει σε περίπτωση που αναλάμβανε άλλος σεναριογράφος ή σκηνοθέτης. Όμως, σκεφτόμουν διαρκώς με ποιο τρόπο θα ξεκινούσε η ταινία… Έτσι, ανέλαβα ο ίδιος», λέει ο Κρασίνσκι.
Ο παραγωγός Άντριου Φορμ (‘’Almanac: Η Μηχανή του Χρόνου’’) σχολιάζει: «Τα έχασα όταν ο Τζον κυριολεκτικά ήθελε να συνεχίσει την δεύτερη ταινία λίγα μόλις δευτερόλεπτα μετά από το σημείο που η Έβελιν οπλίζει την καραμπίνα στο υπόγειο. Ήταν ένας απίστευτος τρόπος να συνεχίσεις την ταινία! Έχουμε μια μητέρα, ένα νεογέννητο μωρό και δύο παιδιά – και για πρώτη φορά αναγκάζονται να εγκαταλείψουν το κρησφύγετό τους ώστε να επιβιώσουν».
Πέρα από το Μονοπάτι
Η επίδραση της οικογενειακής ζωής ήταν το βασικό συστατικό που παρότρυνε τον Κρασίνσκι να δημιουργήσει το «Ένα Ήσυχο Μέρος». Ο ίδιος έγινε πατέρας και όλη αυτή η αγωνία να κρατήσει μαζί κοντά του εκείνους που αγαπάει, τον παρακίνησε να φτιάξει την ιστορία του πρώτου έργου. Στο δεύτερο μέρος, ο Κρασίνσκι εστιάζει σε μια πραγματική φοβία όλων των γονέων: στην αναπόφευκτη αγωνία που βιώνουν οι γονείς όταν τα παιδιά τους περιπλανούνται σε αυτό τον σκληρό και γεμάτο παγίδες κόσμο, όπου μπορούν να συμβούν τα πάντα.
«Είχα στο μυαλό μου αυτές τις σκέψεις για τις υποσχέσεις που δίνει ο γονιός στο παιδί του, πως θα το προσέχει ό,τι και να γίνει κλπ. Ωστόσο, δε γίνεται να το τηρήσουν αιωνίως διότι μια στιγμή το παιδί θα χρειαστεί να περιπλανηθεί έξω στον κόσμο για να βρει το δρόμο του. Αυτό πάει να πει ενηλικίωση και αυτό ήθελα να εξερευνήσω στο δεύτερο μέρος. Ο δρόμος προς το άγνωστο είναι η μεγαλύτερη πρόκληση», λέει ο Κρασίνσκι.
Στο δεύτερο μέρος, πρωταγωνιστεί ξανά η Έμιλι Μπλαντ (‘’Οι Ρυθμιστές’’, ‘’Το Κορίτσι του Τρένου’’, ‘’Sicario: Ο Εκτελεστής’’) στο ρόλο της Έβελιν Άμποτ. Αν και διστακτική στην αρχή, τελικά δέχτηκε να ενσαρκώσει το ρόλο της ακόμα μια φορά. «Η Έμιλι δεν ήταν βέβαιο πως θα συμμετείχε στη δεύτερη ταινία», ισχυρίζεται ο Κρασίνσκι. «Στο τέλος, κατάφερα να την πείσω».
Η Έμιλι Μπλαντ λέει: «Πραγματικά ήταν μια ενδιαφέρουσα ιδέα. Η προετοιμασία που κάνει ο γονιός στο παιδί του είναι μια πολύ σημαντική ενέργεια. Έχει αρκετό άγχος αλλά και πολύ ενδιαφέρον για τη συνέχεια. Δεν φανταζόμασταν πως θα είχε τόσο επιτυχία η ταινία μας, το κοινό ανυπομονούσε γι’ αυτή τη συνέχεια». Ο Κρασίνσκι προσθέτει: «Η αντίδραση του κοινού για την πρώτη ταινία ήταν καθοριστική για εμάς. Ομολογώ πως δεν έχω ξανακάνει κάτι τόσο προσωπικό. Η ανταμοιβή ήταν μεγάλη. Αυτός ήταν ο λόγος που συνεχίσαμε το ταξίδι μας».
Η κατάσταση της οικογένειας αλλάζει δραματικά μετά τον ξαφνικό χαμό του πατέρα Λι, τον οποίο υποδύεται ο ίδιος ο Κρασίνσκι. «Ο αιφνίδιος θάνατος ενός κεντρικού χαρακτήρα στο τέλος της πρώτης ταινίας είναι ένας πραγματικά ενδιαφέρον τρόπος να ξεκινήσεις την επόμενη ταινία», ισχυρίζεται ο ίδιος. «Ο Λι Άμποτ έχει επίδραση στην οικογένειά του, η οποία δεν είναι σε θέση να αναλογιστεί εκείνη τη στιγμή την απώλειά του. Όμως, ο καθένας από τα μέλη της οικογένειας ξεχωριστά, φαίνεται να τον θυμάται σε στιγμές που ησυχάζουν από την αγωνία και τον πανικό».
Ένα από τα κυριότερα πράγματα που ικανοποίησε τους δημιουργούς της πρώτης ταινίας ήταν ο βαθμός στον οποίο το κοινό βυθίστηκε στα διλήμματα της οικογένειας. «Αυτός ήταν λόγος που η ταινία είχε φοβερή επιτυχία, επειδή οι θεατές ήταν ενεργοί συμμετέχοντες», δηλώνει ο Φούλερ. «Υπήρξε μία συλλογική εμπειρία και έτσι θέλαμε να συνεχίσουμε».
Οικογένεια Άμποτ
Από τα πρώτα κιόλας λεπτά, δεν υπάρχει χρόνος για τους Άμποτ να συνειδητοποιήσουν όλα όσα τους συνέβησαν τις τελευταίες μέρες. Αυτό ισχύει απόλυτα για την Έβελιν, η οποία μόνη πια αγωνίζεται να κρατήσει τα παιδιά της μακριά από τον κίνδυνο ψάχνοντας για ένα ιδανικό μέρος να κρυφτούν μαζί. «Η Έβελιν έχει γίνει ο μοναδικός προστάτης της οικογένειας αυτή τη στιγμή και όλο το βάρος για την επιβίωσή τους έχει πέσει πάνω της», λέει ο Κρασίνσκι.
Για τη Μπλαντ, το μυστικό για την ερμηνεία της ήταν το βύθισμά της στην αναταραχή σε συνδυασμό με την ελπίδα για σωτηρία που κυνηγάει δίχως σταματημό. «Αυτή ήταν όντως η πιο δύσκολη εμπειρία που είχα συναισθηματικά σε μια ταινία διότι η Έβελιν δεν αναπαύεται ποτέ», λέει η ίδια. «Κάθε λεπτό που περνάει είναι σημαντικό για εκείνη και τα παιδιά της. Είναι ένα αισιόδοξο άτομο και αυτή της η αισιοδοξία παραμένει ζωντανή και αναλλοίωτη σε όλη τη διάρκεια της ταινίας».
Με τον Λι απών και την Έβελιν να είναι πια η μόνη υπεύθυνη για τα παιδιά, η κόρη τους Ρίγκαν είναι εκείνη που αρχικά αναλαμβάνει να ψάξει και να βρει ένα ασφαλές σημείο έξω στον κόσμο. Ο Κρασίνσκι δηλώνει πολύ ενθουσιασμένος που η Μίλισεντ Σίμοντς (‘’Το Δωμάτιο των Θαυμάτων’’) επέστρεψε στο ρόλο που την ανέδειξε στην προηγούμενη ταινία αλλά και εξέλιξε στη δεύτερη. «Ο χαρακτήρας της Μίλισεντ στην ταινία είναι εκείνος που διατρέχει τον περισσότερο κίνδυνο επειδή για ένα διάστημα είναι εντελώς μόνη της και εκτεθειμένη στον κίνδυνο», ισχυρίζεται ο Κρασίνσκι. «Είναι κωφάλαλη και έτσι τα πράγματα είναι ακόμα περισσότερο επικίνδυνα γι’ αυτήν επειδή δεν μπορεί να ακούσει αν κάνει θόρυβο. Ωστόσο, είναι θαρραλέα και αποφασιστική. Ο Λι ήταν ανέκαθεν ένα πρότυπο για τη Ρίγκαν και εκείνη φαίνεται να πατάει στα ίχνη του και να υποστηρίζει τον αδερφό και τη μητέρα της», δηλώνει η Σίμοντς.
Ο Φούλερ σχολιάζει: «Το σημείο που πήγε ο Τζον τη Ρίγκαν ως χαρακτήρα προέρχεται από το θαυμασμό του για τη Μίλισεντ ως ηθοποιό. Της έδωσε ακόμα περισσότερα στοιχεία στη δεύτερη ταινία, την κάνει να μοιάζει με πραγματική ηρωίδα».
Ο αδερφός της Ρίγκαν, ο Μάρκους, ανησυχεί επίσης για τον ξαφνικό διαχωρισμό της οικογένειας. Υποδυόμενος για δεύτερη φορά το ρόλο του Μάρκους, ο νεαρός Νόα Τζουπ (‘’Honey Boy’’) ισχυρίζεται πως το δεύτερο μέρος είναι περισσότερο υποσχόμενο από το πρώτο. «Ο χρόνος δεν είναι αρκετός, η οικογένεια δεν έχει πολλές επιλογές και η απειλή είναι σε απόσταση αναπνοής», λέει ο Τζουπ. «Παρά το γεγονός πως είναι αδέξιος, προσπαθεί να γίνει καλύτερος διορθώνοντας τα όποια λάθη του».
Ο Μάρκους και η Ρίγκαν ωριμάζουν γρήγορα και είναι σε θέση να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους – και τη μητέρα τους – περισσότερο απ’ όσο νόμιζαν. Η συνεργασία του Τζουπ και της Σίμοντς ενθουσίασε ιδιαίτερα τον Κρασίνσκι, ο οποίος δήλωσε πως οι δυο τους είναι από τους καλύτερους νέους και πολλά υποσχόμενους ηθοποιούς αυτή τη στιγμή.
Νέες Προσθήκες
Καθώς οι Άμποτ πασχίζουν να βρουν ένα ασφαλές καταφύγιο, συναντούν τυχαία έναν παλιό τους γνωστό, τον Έμμετ, ο οποίος χάρη στο παρελθόν του αποτελεί ένα πρόσωπο που δύσκολα θα εμπιστευτούν μη γνωρίζοντας τις πραγματικές του προθέσεις. Τον υποδύεται ο Ιρλανδός ηθοποιός Κίλιαν Μέρφι (‘’28 Μέρες Μετά’’, ‘’Batman Begins’’, ‘’Ο Άνεμος χορεύει το Κριθάρι’’).
«Η αλήθεια είναι πως ο Έμμετ αποτελεί έναν από τους αγαπημένους μου χαρακτήρες της ταινίας», δηλώνει ο Κρασίνσκι. «Το ιδιαίτερο με αυτόν είναι πως δεν έχει την ανάγκη να είναι μέρος κάποιας ομάδας και η εμφάνισή του είναι ένα αίνιγμα για την οικογένεια των Άμποτ. Ο Κίλιαν Μέρφι αναμφίβολα είναι ένας από τους καλύτερους ηθοποιούς που έχω συνεργαστεί μέχρι τώρα. Λειτουργεί κάπως αντίθετα από το Λι, είναι σκοτεινός και απρόβλεπτος χαρακτήρας».
Ο Μέρφι λέει: «Όταν είδα για πρώτη φορά το «Ένα Ήσυχο Μέρος», ήμουν τόσο ενθουσιασμένος που σκέφτηκα να γράψω στον Τζον πόσο πολύ μου άρεσε η ταινία. Το email το έγραψα, αλλά δίστασα στο τέλος και δεν το έστειλα. Μετά από περίπου ένα χρόνο, με κάλεσε και μου πρότεινε ένα ρόλο για τη δεύτερη ταινία που θα γύριζε. Με ρώτησε αν ενδιαφέρομαι και, φυσικά, απάντησα ναι. Ήταν η απόλυτη ευτυχής συγκυρία».
Στο καστ επίσης συμμετείχε και ο δυο φορές υποψήφιος για Όσκαρ Ντζιμόν Χουνσού (‘’Amistad’’, ‘’Ο Μονομάχος’’, ‘’Ματωμένο Διαμάντι’’). «Μου αρέσει αρκετά η δουλειά του Ντζιμόν. Νομίζω αυτή που μου αρέσει περισσότερο από τις άλλες είναι το «In America». Οι ερμηνείες του σου προκαλούν τα συναισθήματα, είναι πολύ καλός ηθοποιός», λέει ο Κρασίνσκι.
Όπως ο Μέρφι, έτσι και ο Χουνσού αγάπησε το «Ένα Ήσυχο Μέρος» και ήταν χαρούμενος που θα υποδυθεί ένα νέο χαρακτήρα στη δεύτερη ταινία και θα συνεργαστεί με τον Κρασίνσκι. «Είναι υπέροχη εμπειρία να συνεργάζεσαι με ένα σκηνοθέτη ηθοποιών όπως ο Τζον», λέει ο Χουνσού. «Νοιάζεται πραγματικά για τους ηθοποιούς του».
Τα Πλάσματα
Στο δεύτερο μέρος, τα εξωγήινα πλάσματα έχουν έρθει ανανεωμένα και με ενισχυμένες δυνάμεις. Ο Κρασίνσκι λέει: «Στην πρώτη ταινία, τα πλάσματα τρέχανε και κάνανε επιθέσεις σε οτιδήποτε έκανε θορύβους. Όμως, σαν όλες τις μορφές ζωής, εξελίσσονται και μαθαίνουν περισσότερα. Τώρα πια, είναι σε θέση να αντιλαμβάνονται καλύτερα τον κόσμο γύρω τους και έτσι όσο πιο πολλή ησυχία κάνουν, τόσο πιο εύκολα μπορούν να εντοπίσουν τους ανθρώπους. Ξαφνικά, έγιναν πιο επικίνδυνα».
Σε συνέχεια της συνεργασίας τους από την πρώτη ταινία, ο Κρασίνσκι ήταν χαρούμενος που δούλεψε ξανά με το βραβευμένο με Όσκαρ ειδικό των οπτικών εφέ Σκοτ Φάραρ (‘’Minority Report’’, ‘’Παγκόσμιος Πόλεμος Ζ’’), ο οποίος ανέπτυξε τον σχεδιασμό των πλασμάτων μένοντας πάντα πιστός στα αρχικά του σχέδια. «Σε κάθε συνέχεια μιας ταινίας, θέλεις να φτιάξεις κάτι καινούριο, διαφορετικό και σίγουρα πιο συναρπαστικό», λέει ο Φάραρ. «Αυτή τη φορά, τα τέρατα είναι πιο επικίνδυνα και πιο πολλά σε αριθμό από το πρώτο έργο».
Η Μπλαντ σημειώνει: «Ο Τζον δίνει σημασία σε κάθε μία από τις ειδικότητες. Είτε πρόκειται για τα εφέ, είτε για τους σχεδιασμούς, είτε για τη φωτογραφία, είτε για τις ερμηνείες, το ενδιαφέρον του και η αφοσίωσή του είναι το ίδιο».
Ο Φορμ εκφράζει το θαυμασμό του: «Πιστεύω πως το «Ένα Ήσυχο Μέρος» είναι στο DNA του Τζον. Ρώτησέ τον οτιδήποτε για τις ταινίες αυτές, έχει τις απαντήσεις έτοιμες. Το να συνεργάζεσαι με δημιουργούς σαν και αυτόν, είναι ευλογία».
Για τον ίδιο τον Κρασίνσκι, η ταινία «Ένα Ήσυχο Μέρος 2» αποτελεί ένα απολαυστικό ταξίδι και μια συναρπαστική ιστορία.
Δείτε το trailer
Στοιχεία για την ταινία:
Σκηνοθεσία & Σενάριο |
Τζον Κρασίνσκι |
Παραγωγή |
Μάικλ Μπέι, Άντριου Φορμ, Μπραντ Φούλερ, Τζον Κρασίνσκι |
Ηθοποιοί |
Έμιλι Μπλαντ, Κίλιαν Μέρφι, Μίλισεντ Σίμοντς, Νόα Τζουπ, Ντζιμόν Χουνσού |