Η Λέσλι, μια Τεξανή μητέρα που παλεύει να προσφέρει στον γιο της τα απαραίτητα, κερδίζει το λαχείο και μια ευκαιρία για καλή ζωή κάνει την εμφάνισή της. Ωστόσο, λίγα χρόνια αργότερα, τα χρήματα έχουν τελειώσει και η Λέσλι έχει ξεμείνει να παλεύει με τον εθισμό της στο ποτό στην προσπάθειά της να αποφύγει τον πόνο που άφησε πίσω της. Με τη γοητεία της να εξαντλείται και δίχως να έχει πού να πάει, η Λέσλι έρχεται αντιμέτωπη με τις συνέπειες των πράξεων της, αναζητώντας μια δεύτερη ευκαιρία για εκείνη και τον γιο της.
Ο σκηνοθέτης μιλάει για την παραγωγή
«Πιστεύω στη δύναμη των ταινιών να ενισχύουν την ενσυναίσθηση. Αυτές οι δύο ώρες παρακολούθησης στο σκοτάδι... αφηνόμαστε στα χέρια των σκηνοθετών για να μας δείξουν κάτι νέο που θα μας ταρακουνήσει, επιμένοντας να νιώσουμε συναισθήματα που ίσως δεν έχουμε αισθανθεί ποτέ... Είχα αμέτρητες εμπειρίες στη ζωή μου. Η οικειότητα που έχω νιώσει με κινηματογραφικούς χαρακτήρες είναι μοναδική. Ήταν πιο χειροπιαστή συγκριτικά με χαρακτήρες από κάποιο μυθιστόρημα ή θεατρική παράσταση. Η Ζιλιέτ Μπινός στο “Τρία Χρώματα: Η Μπλε Ταινία”, η Έμιλυ Γουάτσον στο “Δαμάζοντας τα Κύματα”, o Χάρι Ντιν Στάντον στο “Παρίσι, Τέξας”, ο Τζον Καζάλ στο “Σκυλίσια Μέρα”, ο Ρόμπερτ Ντιβάλ στο “Τρυφερές Σχέσεις”, ο Τακάσι Σιμούρα στο “Καταδικασμένος”, η Μπάρμπαρα Λόντεν στο “Γουάντα” – αυτές κι άλλες τόσες - στιγμές οικειότητας με κάποιον που δεν ανήκε στην πραγματικότητά μου, αλλά σε έναν κόσμο που δεν ήμουν μέσα του. Όλες αυτές μου έδωσαν κάτι πραγματικό και χειροπιαστό: με έκαναν να καταλάβω τη σύνδεσή μου μαζί τους σε ένα ανθρώπινο επίπεδο. Είχα μοιραστεί κάτι μαζί τους, και είχαν μοιραστεί κάτι μαζί μου.Ήθελα να φτιάξω τη δική μου μηχανή ενσυναίσθησης. Ήθελα να πω μια ιστορία και να παρουσιάσω έναν χαρακτήρα που δεν θα άφηνε άλλη επιλογή στο κοινό, παρά να ταυτιστεί με κάποιον που είναι εκτός της πραγματικότητάς του. Κάποιον που συμπεριφέρεται όπως συμπεριφέρεται επειδή αυτή είναι, και όχι για να αρέσει σε εσένα ή σε οποιονδήποτε άλλον. Ήθελα να φτάσω σε ένα τέτοιο σημείο οικειότητας με την Λέσλι, ώστε η κάμερα να είναι προέκταση του κόσμου της. Να βιώνεις τα πράγματα που βιώνει, να αναπνέεις τον ίδιον αέρα.Ο Ράιαν Μπινάκο έγραψε το σενάριο ως ένα γράμμα αγάπης προς την μητέρα του. Ωστόσο, σε αντίθεση με τα περισσότερα γράμματα αγάπης, ο Ράιαν δεν ωραιοποίησε κάτι, ούτε προσποιήθηκε πως η Λέσλι ήταν καλύτερη απ’ όσο ήταν στην πραγματικότητα. Η ατόφια ειλικρίνειά του ήταν αυτή που με κέρδισε: το δώρο του να βλέπεις κάποιον όπως είναι, και αυτό να είναι αρκετό.Θυμάμαι μια στιγμή, όταν ήμουν γύρω στα 11, όταν κοίταξα τη μητέρα μου και είδα μια βαθιά θλίψη σε εκείνη που δεν είχα ξαναδεί. Τότε, βρέθηκα μπροστά σε έναν κόσμο με τη δικιά της εμπειρία που δεν τον είχα φανταστεί ποτέ. Τι ήταν αυτό; Μια σύντομη συμπεριφορά; Ένα χέρι που καλύπτει το πρόσωπο για μια στιγμή για να σταματήσει τα δάκρια; Ήταν μια σύντομη ματιά που κράτησε ελάχιστα δευτερόλεπτα προτού συνέλθει, αλλά εκείνη τη στιγμή έγινε κάτι περισσότερο από τη μητέρα μου: έγινε κινηματογραφικός χαρακτήρας, η ζωή μας μετατράπηκε σε ταινία. Στο “Όσα Φέρνει η Ζωή” ήθελα να παρουσιάσω ένα ολοκληρωμένο άτομο, με αδυναμίες και δυνάμεις. Ήθελα η κάμερα να εντοπίσει αυτές τις μικρές στιγμές, αυτές τις μικροσκοπικές ματιές, που έχουν την ικανότητα να μας μεταμορφώσουν».
Σκηνοθεσία: Μάικλ Μόρις
Ηθοποιοί: Άντρια Ράιζμποροου, Άντρε Ρόγιο, Όουεν Τιγκ, Στίβεν Ρουτ, Τζέιμς Λάνρι Χέμπερτ, Μαρκ Μάρον, Άλισον Τζάνεϊ
Φωτογραφία: Λάρκιν Σειπλ
Μοντάζ: Κρις ΜακΚάμπελ
Μουσική: Λίντα Πέρι
Διάρκεια: 119’
Διανομή: ΟDEON
Είδος: Δράμα