Για τις κολλητές φίλες Μπέκι (Γκρέις Κάρολαϊν Κάρεϊ) και Χάντερ (Βιρτζίνια Γκάρντνερ), η ζωή είναι να κατακτάς τους φόβους σου και να ξεπερνάς τα όριά σου. Όμως, αφού αποφασίσουν να σκαρφαλώσουν στην κορυφή ενός απομακρυσμένου και εγκαταλελειμμένου πύργου 600 μέτρων, δεν θα έχουν τρόπο να κατέβουν. Τώρα, οι αναρριχητικές δεξιότητες των δύο θα δοκιμαστούν καθώς αγωνίζονται απεγνωσμένα για να επιβιώσουν από τα στοιχεία της φύσης, την έλλειψη προμηθειών και τα ιλιγγιώδη ύψη, σε αυτό το γεμάτο αδρεναλίνη θρίλερ με συμπρωταγωνιστή τον Τζέφρι Ντιν Μόργκαν.

 

Τι χρειάζεται να γνωρίζεις για την παραγωγή

Η «Πτώση» ξεκίνησε ως ιδέα για μια ταινία μικρού μήκους από τον σκηνοθέτη και σεναριογράφο Σκοτ Μαν και τον σταθερό συνεργάτη το, Τζόναθαν Φρανκ, την οποία και έστειλε σε ένα κάλεσμα για την παραγωγή βιωματικών ταινιών μικρού μήκους.  «Ενθουσιαστήκαμε τόσο με την ιδέα του φόβου της πτώσης και τον τρόμο που προκαλεί το ύψος, που οι πρώτες 25 με 30 σελίδες του σεναρίου γράφτηκαν σχεδόν μόνες τους. Ήθελαν να την κάνουμε, αλλά όλη η προσπάθεια σταμάτησε», αναπολεί ο Μαν.

Παρά την ακύρωση του εγχειρήματος, ο Μαν και ο Τζόναθαν αποφάσισαν να επεκτείνουν την ιδέα τους, ώστε να γυριστεί ως μια μεγάλου μήκους ταινία, αναζητώντας ένα άλλο μέρος για να τοποθετήσουν τη δράση. Έχοντας ως σκοπό τη δημιουργία της απόλυτης ταινίας περί υψοφοβίας, οι δύο σεναριογράφοι εμπνεύστηκαν από ταινίες του παρελθόντος. Ανάμεσα σε αυτές βρίσκονται τα «Όρια Αντοχής» (2000), η «Επικίνδυνη Αποστολή - Πρωτόκολλο: Φάντασμα» (2011) και το ντοκιμαντέρ «Free Solo» (2018), το οποίο, όπως δηλώνουν οι δύο δημιουργοί αποτέλεσε μεγάλη επιρροή. «Με έβαλε σε σκέψεις για την ψυχολογία του τρόμου των υψών, αφού σε όλη τη διάρκεια της ταινίας είσαι μαζί με τον χαρακτήρα, μπορείς να ακούσεις την αναπνοή του, ο φόβος του αντικατοπτρίζει το σημείο στο οποίο βρίσκεται. Ακόμα και πολλά διαδικτυακά βίντεο με αναβάσεις το αποτυπώνουν αυτό. Είναι τούτη η αντίδραση, το «Ω θεέ μου, ω θεέ μου» που επηρέασε την εξέλιξη της ταινίας μας. Από μια βιωματική οπτική, πρέπει να είσαι μαζί με τον χαρακτήρα, να βλέπεις μέσα από τα μάτια του, να σκαρφαλώνεις και εσύ μαζί του. Αυτό που θέλαμε ήταν να αποτυπώσουμε το ωμό και πραγματικό συναίσθημα του να βρίσκεσαι σε τέτοιο ύψος. Αυτό ήταν η ραχοκοκαλιά της ταινίας».

Ένα στοιχείο που κάνει την «Πτώση» να ξεχωρίζει είναι η μοναδική της τοποθεσία, δηλαδή ο ύψους 600 μέτρων πύργος B67 TV, η τέταρτη μεγαλύτερη κατασκευή των Ηνωμένων Πολιτειών. «Είχαμε βρει αρκετά βιντεάκια διάφορων ριψοκίνδυνων ατόμων που έκαναν παλαβά πράγματα, αλλά συνήθως σκαρφάλωναν σε γερανούς», εξηγεί ο Μαν. «Οπότε, αποφασίσαμε να βρούμε το χειρότερο σημείο στο οποίο θα μπορούσε να ξεμείνει κάποιος και καταλήξαμε σε αυτόν τον πύργο στην Καλιφόρνια. Για να είμαι ειλικρινής, εξεπλάγην όταν έμαθα την ύπαρξή των πύργων. Αν τους κοιτάξεις, μοιάζουν με μπανάνα. Όταν είσαι στο έδαφος και κοιτάξεις προς τα πάνω είναι λες και φτάνουν στο άπειρο, μέσα στα σύννεφα. Είναι αρχιτεκτονικά θαύματα. Βρήκαμε ένα βίντεο στο οποίο κάποιος οδήγησε ένα drone στην κορυφή και το οπτικό αποτέλεσμα ήταν τρομερά γοητευτικό. Και το σκηνικό της ερήμου είναι ένα δύσκολο μέρος να επιβιώσεις, πόσω μάλλον στα 600 μέτρα ύψος».

Μία κινηματογραφική εμπειρία

 

Εξαρχής, ο Μαν οραματίστηκε την «Πτώση» ως μια ταινία για τους κινηματογράφους. «Τα περισσότερα πράγματα στα οποία έχω δουλέψει ήταν στην καλύτερη b-movies, οπότε πάντοτε ένιωθα πως υπήρχε ένα ταβάνι. Στην προκειμένη περίπτωση όμως, η ιδέα ήταν να γυρίσουμε κάτι που θα ταιριάζει στη μεγάλη οθόνη».

Δεδομένου πως η ταινία διαδραματίζεται σε μια μικρή, κυκλική πλατφόρμα σε ύψος 600 μέτρων, ο Μαν αναζητούσε τον καλύτερο τρόπο γυρίσματος. Αρχικά, σκεφτόταν να χρησιμοποιήσει κάποια εκδοχή του Volume, της πρωτοποριακής οθόνης LED όπου μπορούν να απεικονιστούν διάφορα περιβάλλοντα. Ωστόσο, κάποιοι περιορισμοί και το υψηλό κόστος αποδείχθηκαν αποτρεπτικοί παράγοντες.

Η δεύτερη επιλογή ήταν η εύρεση ενός βουνού πάνω στο οποίο θα κατασκευαζόταν η κορυφή του πύργου, όπου οι ηθοποιοί θα μπορούσαν να ερμηνεύσουν μπροστά σε ένα φυσικό περιβάλλον. Επιπλέον, το ήδη μεγάλο υψόμετρο θα έδινε την αίσθηση πως βρίσκονται εκατοντάδες μέτρα στον αέρα.

Ο Μαν θυμάται, «Έκανα βόλτες με το αυτοκίνητο της γυναίκας μου, πήγαινα σε ερήμους, σε όλα αυτά τα παράξενα μέρη που έβρισκα στο Google Maps, προκειμένου να βρω το κατάλληλο βουνό με το σωστό τοπίο. Επειδή θα είχαμε εξωτερικά γυρίσματα, έπρεπε να λάβουμε υπόψιν μας τον ήλιο, την κινηματογράφησή του, τα πάντα. Επίσης, πώς ανεβάζεις μια τηλεσκοπική κάμερα σε ένα βουνό;».

Τελικά, μετά από αρκετές εβδομάδες, ο Μαν βρήκε το ιδανικό σημείο στο βουνό Σάντοου, κοντά στο Βίκτορβιλ. «Είναι στη μέση του πουθενά. Αλλά ειλικρινά, όταν βρίσκεσαι στην κορυφή του βουνού και κοιτάς γύρω σου, κινηματογραφώντας το πραγματικά, μοιάζει απίστευτο».